ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΥΘΟ: ΜΕΡΟΣ Α': ΤΑ ΠΡΟΗΓΗΘΕΝΤΑ

του Νικολάου Ματθαίου, Φοιτητού Πολιτικών Επιστημών & Διεθνών Σχέσεων, Μέλους του Ε.ΠΟ.Κ.

        Ακούγεται συχνά ότι η κύρια αντίσταση προς την 21η Απριλίου προήλθε από τους φοιτητές. Αυτός ο ισχυρισμός εμπεριέχει μία αλήθεια και ένα ψέμα. Η αλήθεια είναι ότι, πράγματι, μία 3ήμερη κατάληψη (η οποία υποκινήθηκε, ωστόσο, από εξωτερικά και πολιτικά συμφέροντα) υπήρξε αρκετή σε σύνολο και ένταση για να υπερκεράσει την μηδαμινή αντίσταση προέβαλε ο λαός κατά τα 6 έτη της διακυβερνήσεως του Γεωργίου Παπαδοπούλου. Το γιατί ένας λαός που ανέκαθεν, σε όλη την ιστορία του, δίχως εξαίρεση, αντιστάθηκε με νύχια και με δόντια σε όποιον τύραννο βρήκε μπροστά του, δεν αντιστάθηκε καθόλου κατά την διάρκεια της 21ης Απριλίου, αφήνω τον αναγνώστη να το κρίνει. Το ψέμα που εμπεριέχει αυτή η δήλωση είναι διττό. Αφ’ ενός, η μεγαλύτερη αντίδραση προς το καθεστώς δεν προήλθε από τοις φοιτητές, αλλά από το ίδιο το καθεστώς. Από τους ίδιους τους «σκληροπυρηνικούς» του καθεστώτος, που στέκονταν εμπόδιο στον Παπαδόπουλο σε κάθε του βήμα, κατά την διαδικασία της πολιτικοποίησης του καθεστώτος στην οποίαν απέβλεπε. Αυτό, βεβαίως, είναι θέμα για άλλο άρθρο. Αφ’ ετέρου, οι Κυβερνήσεις Παπαδοπούλου έλαβαν επαναστατικά μέτρα υπέρ των φοιτητών, τα οποία το μεγαλύτερο μέρος του φοιτητικού κόσμου τα αντιλαμβανόταν, για αυτό και δεν συμμετείχε μαζικά ούτε στα γεγονότα της Νομικής (Φεβρουάριος 1973), ούτε στα γεγονότα του Πολυτεχνείου (Νοέμβριος 1973). Θα αναφερθούμε, λοιπόν, στο τι έπραξε ο Παπαδόπουλος προς όφελος των φοιτητών και θα κάνουμε μία παρουσίαση των γεγονότων της Νομικής, προτού εισέλθουμε στο κύριο μέρος του άρθρου, αυτό της αναλύσεως των αιτιών, των συμβάντων και των αποτελεσμάτων της εξεγέρσεως του Πολυτεχνείου.

 Τα μέτρα της Κυβερνήσεως Παπαδοπούλου υπέρ των φοιτητών

       Στις 14 Νοεμβρίου 1973, αποφασιζόταν η λήψη μία σειράς επαναστατικών πράγματι μέτρων, με τα οποία η σπουδάζουσα νεολαία έβλεπε να λαμβάνουν σάρκα και οστά χρόνια αιτήματά της. Τα μέτρα ήσαν τα εξής:

  • Δωρεάν διανομή όλων των πανεπιστημιακών συγγραμμάτων, όσο το δυνατόν συντομότερα και δίχως καθυστερήσεις.
  • Θέσπιση τρίτης εξεταστικής περιόδου.
  • Αύξηση της τάξεως του 25% στην χρηματική παροχή για το ημερήσιο συσσίτιο.
  • Παροχή πλήρους νοσοκομειακής και ιατροφαρμακευτικής περιθάλψεως για όλους τους φοιτητές.
  • Χορήγηση δωρεάν εισιτηρίων για το θέατρο και τον κινηματογράφο σε όλα τα κρατικά θέατρα.
  • Χορήγηση σπουδαστικών δανείων για όλους τους προαγόμενους φοιτητές. Μάλιστα, για τους φοιτητές των οποίων το γονεϊκό εισόδημα δεν ξεπερνούσε τις 100.000 δρχ., το επιτόκιο των δανείων θα ήταν ιδιαιτέρως χαμηλό. Για τους φοιτητές με γονείς με εισόδημα από 100.000 έως 150.000 δρχ., θα ίσχυε το κανονικό επιτόκιο. Για τους φοιτητές μόνο των οποίων οι γονείς είχαν εισόδημα ανώτερο των 150.000 δρχ., το δάνειο θα θεωρείτο περιττό.

       Την επομένη ακριβώς μέρα, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος λάμβανε το εξής ευχαριστήριο μήνυμα για τα ληφθέντα μέτρα από την Εθνική Φοιτητική Ένωση Ελλάδος (ΕΦΕΕ): «Εκφράζομεν την ευγνωμοσύνην μας δια την στοργήν και το συνεχές ενδιαφέρον της Κυβερνήσεως υπέρ της σπουδαζούσης νεολαίας.»

 Το ρεύμα που σάρωνε τότε την Ευρώπη

       Η ενέργεια (του συνόλου και όχι μέρους, όπως συχνά προπαγανδίζεται) των αξιωματικών του Ελληνικού Στρατού την 21η Απριλίου του 1967 δεν αποσόβησε μόνον το αιματοκύλισμα στο οποίον ασχέτως αποτελέσματος θα οδηγούσαν οι εκλογές εκείνου του Μαΐου. Την 5ετία 1964-1968, σάρωνε την Ευρώπη ένα σοσιαλιστικό κίνημα αμφισβήτησης, το οποίο στην Ελλάδα ανεκόπη, λόγω της 21ης Απριλίου. Έλεγε χαρακτηριστικά ο Παπαδόπουλος:

       «Ο Μαρξ εξεκίνησε δια να ανατρέψη την κοινωνίαν χρησιμοποιών τον βασικόν φορέα της εργασίας, τον εργάτην και εμφανίζων εις αυτόν όλας τας αδυναμίας της ζωής έναντι της ζωής του εργοδότου… Την αιχμήν του δόρατος της αναρχίας σήμερον δια τους αναρχικούς, ως εξεγειρομένης ομάδος της κοινωνίας, την αποτελούν οι επιστήμονες, οι φοιτηταί, με συνεπικούρους τους εργάτας.»[1]

       Από την μήτρα εκείνου του κινήματος ανέβλυσε η «Νέα Αριστερά», ένας είδος νεοκομμουνισμού. Χαρακτηριστικά της ήταν η πράσινη ατζέντα, ο άκρατος ατομικισμός, ο αναρχοσυνδικαλισμός, ο κομμουνισμός σε κρατικό επίπεδο, η θρησκευτική μεταρρύθμιση (κοινώς η αποσάθρωση του Χριστιανισμού), τα «δικαιώματα» για τους LGBTQ+ (κοινώς αποδόμηση της οικογένειας), η σεξουαλική επανάσταση, τα ναρκωτικά και όλα αυτά. Βεβαίως, ο λόγος που απέκτησε ορμή ένα τέτοιο κίνημα ήταν οι υλιστικές, καταναλωτικές δυτικές κοινωνίες. Όπως εξηγούσε ο Παπαδόπουλος:

       «Η αλόγιστος ροπή η οποία παρατηρείται εις τα άτομα των κοινωνιών υπό την πρόκλησιν των πολυμόρφων, πολυποικίλων και πολυαρίθμων αγαθών τα οποία προβάλλει ενώπιόν των η καταναλωτική κοινωνία, τα οδηγεί να είναι ευεπίφορα προς την οιανδήποτε αναρχίαν… Σήμερον αντιμετωπίζομεν το νέον διεθνιστικόν κίνημα του αναρχισμού… Αντιμετωπίζομεν λοιπόν αυτό το κίνημα το διεθνές της αναρχίας, το οποίον δεν βάλλει τα καθεστώτα της α' και β’ μορφής, αλλά βάλλει – θα τολμούσα να είπω – την εξισορροπουμένην κοινωνίαν δυτικού τύπου, επ’ ωφελεία κάποιων άλλων δυνάμεων, αι οποίαι εν πάση περιπτώσει θα ημπορούσαν να χαρακτηρισθούν νεοκομμουνιστικαί ή ευρύτερον αναρχικαί[2]

       Αυτά τα κινήματα δεν είχαν κάποιον αγνό σκοπό, αλλά ξεκάθαρο πολιτικό στόχο. Όπως τα γεγονότα του Μαΐου του 1968 είχαν σκοπό την πτώση του Σαρλ ντε Γκωλ, έτσι και τα γεγονότα του Νοεμβρίου του 1973 είχαν σκοπό την πτώση του Γεωργίου Παπαδοπούλου. Είχε αναφέρει σχετικώς ο Παπαδόπουλος:

       «Όταν εσχηματίσθη η πολιτική Κυβέρνησις (σ.σ. Μαρκεζίνη) συνησπίσθησαν όλοι δια να ματαιώσουν την ομαλήν εξέλιξιν, με προγραμματισμένας προκλήσεις ταραχών, των οποίων αποκορύφωμα υπήρξαν τα δημιουργηθέντα από σκοτεινάς συμπράξεις, δραματικά συμβάντα της 15ης έως 17ης Νοεμβρίου 1973.»[3]

 Το επεισόδιο της Νομικής

       Τον Φεβρουάριο του 1973, είχαν πυκνώσει για τα καλά οι φήμες ότι ο Γεώργιος Παπαδόπουλος συγκροτούσε ένα νέο ιδεολογικοπολιτικό κίνημα (το Ελληνικό Πολιτιστικό Κίνημα – ΕΠΟΚ), έχοντας ως σκοπό να καταλύσει τον παλαιοκομματισμό, δημιουργώντας νέο κόμματα και αναδεικνύοντας νέα πρόσωπα. Το ενδεχόμενο μίας τέτοιας εξέλιξης, δημιουργούσε τρόμο στους παλαιοπολιτικούς. Ο Παπαδόπουλος είχε διαμορφώσει μία ομάδα, υπό το όνομα «Επιτροπή Ανθρωπίνου Δυναμικού», η οποία περιόδευε σε όλη την Ελλάδα ούτως ώστε να εντάξει στο πολιτικό κίνημα την αφρόκρεμα της κάθε τοπικής κοινωνίας. Παράλληλα, ο ίδιος ο Παπαδόπουλος έκανε θριαμβευτικές περιοδείες σε Κρήτη και Ήπειρο, εν μέσω κυριολεκτικών λαοθαλασσών, αφήνοντας υπαινιγμούς για την μετεξέλιξη του καθεστώτος. Η ιδέα ενός κόμματος Παπαδοπούλου ήταν εφιάλτης για τους παλαιοπολιτικούς. Έτσι, έπρεπε να αντιδράσουν.

       Αφορμή ήταν το Ν.Δ. 1347/1973, με το οποίο ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης μπορούσε να διατάξεις διακοπή της αναβολής στρατεύσεως για φοιτητές που προέτρεπαν συμφοιτητές τους σε αποχή από τα μαθήματα ή τις εξετάσεις (ΦΕΚ 35/10/2/1973).

       Στις 21 Φεβρουαρίου 1973, ενώ ο Παπαδόπουλος έχαιρε θερμής υποδοχής στην Ήπειρο, οι παλαιοπολιτικοί έθεταν παρά πόδας τους φοιτητές. Ξεκίνησαν κάποιες συναθροίσεις φοιτητών σε διάφορες σχολές του Πανεπιστημίου Αθηνών, με την κύρια να γίνεται στην Νομική Σχολή και να έχει ως αίτημα την ακύρωση του Νόμου 1347. Υπέβαλαν αίτημα στον Πρύτανη Κωνσταντίνο Τούντα για παραχώρηση αίθουσας ώστε να κάνουν μία Γενική Συνέλευση. Ο Τούντας τους επέτρεψε να συγκεντρωθούν στην σχολή, αλλά όχι σε αίθουσα διδασκαλίας.

       Το γεγονός ότι υπήρξε υποκίνηση των φοιτητών από τους παλαιοπολιτικούς αποδεικνύεται από το τι έκαναν στην συνέχεια. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος δεχόταν στην οικία του μία «επιτροπή φοιτητών». Στην σύσκεψη αυτή συμμετείχαν και ο Ιωάννης Ζίγδης, ο Ιωάννης Πεσμαζόγλου και ο Νικόλαος Λούρος.

       Λαμβάνοντας από τους πολιτικούς την διαβεβαίωση ότι θα παρότρυναν ελεγχόμενους καθηγητές να τους συμπαρασταθούν, οι φοιτητές υποκινήθηκαν να καταλάβουν την Νομική. Φυσικά, κάτι τέτοιο θα συνέβαινε με την αρωγή αριστερών οργανώσεων, για αυτό και εστάλησαν στην Αθήνα ειδικά για αυτήν την… επιχείρηση ένας απότακτος Λοχαγός και 4 κομμουνιστές που σπούδαζαν στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

       Αυτοί, λοιπόν, όντες επικεφαλής 100 μόλις φοιτητών, κατέλαβαν την Νομική Σχολή Αθηνών και κλειδαμπαρώθηκαν μέσα της, εγκλωβίζοντας παράλληλα 500 συμφοιτητές τους, στους οποίους εκβιαστικά δεν επέτρεπαν την έξοδο.

       Όπως ήταν φυσικό, πολλοί από τους υγιώς σκεπτόμενους φοιτητές (που ήταν και οι περισσότεροι) προέβαλαν αντίσταση και έγιναν συγκρούσεις. Στις 19:00, ομάδα φοιτητών που διαφωνούσαν με την κατάληψη επιχείρησαν να εισέλθουν στο κτίριο από την οδό Σίνα, αλλά οι εκπαιδευμένοι έγκλειστοι τους απώθησαν. Κάποιες μικρές διαδηλώσεις πήγαν να δημιουργηθούν στους γύρω δρόμους, αλλά ήταν θνησιγενείς.

       Ο Πρύτανης Τούντας, με παρέμβασή του προς την Αστυνομία, κατάφερε να εξασφαλίσει ελεύθερη έξοδο των σπουδαστών, η δε Αστυνομική Διεύθυνσις Αθηνών συμφωνήθηκε να μην εισέλθει στο κτίριο. Έτσι, το εγχείρημα των λίγων καταληψιών απέτυχε παταγωδώς: δεν έλαβαν ούτε φοιτητική, ούτε λαϊκή υποστήριξη. Και το όλο επεισόδιο τελείωσε εντός 48 ωρών.

       Έλεγε ο Στυλιανός Παττακός σε συνεδρίαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής: «Να μην ανησυχούν ούτε οι πατέρες ούτε οι φοιτηταί. Να ανησυχούν μόνον εκείνοι που προσπαθούν να κάνουν τοις φοιτητάς να ανησυχήσουν. Και να προσέξουν. Να μην παριστάνουν τους διανοουμένους, αλλά να γίνουν διανοούμενοι. Το μέτρο της διακοπής της αναβολής ελήφθη δια τους μη φοιτώντας και όχι δια τους φοιτητάς. Οι φοιτηταί δύνανται να είναι ήσυχοι ότι όσοι φοιτούν, δεν θα στρατευθούν.»

       Μάλιστα, σε απόρρητη έκθεση του τέως Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Γεράσιμου Φραγκάτου (τότε μέλος της «Επιτροπής Ανθρωπίνου Δυναμικού», που αναφέραμε ανωτέρω) προς τον Πρωθυπουργό, διαβάζουμε:«Αι φοιτητικαί ταραχαί και εκδηλώσεις, έδειξαν ότι πρόκειται περί πολιτικής δραστηριότητος η οποία αποβλέπει εις την αναταραχήν, εις την σύγχυσιν και εις την επανεμφάνισιν των πολιτικών βρυκολάκων της Χώρας. Οι φοιτηταί, κατά το μέγιστον μέρος των, αποτελούν εν τη αγνοία των το πολιτικόν όργανον των αντιπολιτευτικών δυνάμεων[4]

 Οι Αμερικανοί και ο Παπαδόπουλος, το Yom Kippur, η Ρώμη και ο Κίσσινγκερ

       Στις 10 Οκτωβρίου 1973, ξεσπάσει ο 4ος Αραβοϊσραηλινός Πόλεμος, γνωστός και ως Πόλεμος του Yom Kippur. Ήδη, από τις 13 Οκτωβρίου 1973, η στάση της Ελλάδος είχε ξεκαθαριστεί από τον Υπουργό Εξωτερικών Χρήστο Ξανθόπουλο – Παλαμά:

       «Αι φιλικαί σχέσεις της Ελλάδος με τας αραβικάς χώρας, αποκλείουν οιανδήποτε συμμετοχήν, είτε άμεσον είτε έμμεσον, εις τυχόν ενέργειαν στρεφομένην εναντίον αυτών… Ο ελληνικός χώρος, θαλάσσιος κι εναέριος, δεν χρησιμοποιείται δι’ οιανδήποτε ενέργειαν, σχέσιν έχουσα με την εμπόλεμον κατάστασιν εις την Μέσην Ανατολήν.»

       Εν ολίγοις, η Ελλάς απεκλείετο να στραφεί κατά των Αράβων, γεγονός που δυσαρεστούσε τους Αμερικανούς. Ακόμη, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Παπαδόπουλος ξεκαθάρισε στον Πρέσβυ των ΗΠΑ Χένρυ Τάσκα πως, λόγω των συγκρούσεως μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο, ελλόχευε ο κίνδυνος πυρηνικού ολοκαυτώματος στην Μέση Ανατολή. Ακόμη, ο 6ος Αμερικανικός Στόλος έπρεπε να αποσύρει τις τρεις μονάδες του που ελλιμενίζονταν στην Ελευσίνα, καθώς αποτελούσαν δυνητικό στόχο της ΕΣΣΔ, καθώς και οι ίδιες έφεραν πυρηνικές κεφαλές.

       Εκείνες τις ημέρες, όμως, η Σοβιετική Ένωση ξεκίνησε να παραβιάζει το ελληνικό εναέριο χώρο. Επομένως, το ίδιο άρχισαν να κάνουν και οι ΗΠΑ.

       Στις 18 Οκτωβρίου 1973, ο Ορέστης Γιάκας, Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών, κοινοποιούσε έγγραφο με τίτλο «Μαζικαί πτήσεις ρωσικών και αμερικανικών αεροσκαφών» στον Ξανθόπουλο – Παλαμά και τον Νικόλαο Εφέσιο (Υπουργός Εθνικής Αμύνης). Μαζί με το έγγραφο, παρεχόταν και χάρτης με τις ακριβείς θέσεις των διαδρομών.[5] Εφόσον οι παραβιάσεις προς την Μέση Ανατολή γίνονταν και από τις ΗΠΑ και από την ΕΣΣΔ, η Ελλάς μπορούσε να διατηρήσει την ουδετερότητά της. Παρόλα αυτά, διαμαρτυρήθηκε προς αμφότερες τις κυβερνήσεις.

       Οι ΗΠΑ, όμως, αντιμετώπιζαν ένα άλλο πρόβλημα. Την σθεναρή άρνηση των κρατών του ΝΑΤΟ (ιδιαιτέρως εκείνων της Μεσογείου, δηλαδή Ελλάδος, Ιταλίας και Ισπανίας) να επιτρέπουν στα αμερικανικά αεροσκάφη να ανεφοδιάζονται στην επικράτειά τους. Κατά συνέπεια, οι πτήσεις των Αμερικανών καθίσταντο όλο και πιο κοστοβόρες, καθώς έπρεπε να επιστρατεύονται και αεροπλανοφόρα. Ειδικώς όσον αφορά στην Ελλάδα, η βάση της Σούδας στην Κρήτη ήταν ζωτικής σημασίας για τις κινήσεις των Αμερικανών στην Μέση Ανατολή.

       Εκείνη την περίοδο, λαμβάνουν χώρα στην Ελλάδα τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Στις 21 Νοεμβρίου 1973, ο Ξανθόπουλος – Παλαμάς αποστέλλει άκρως απόρρητο σημείωμα στον Πρωθυπουργό Μαρκεζίνη, σχετικά με το οποίο ο τελευταίος αναφέρει τα εξής:

       «Του “σημειώματος” δεν ημπορώ να κάμω δημοσία χρήσιν – ως άκρως απορρήτου – αλλά οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες δύνανται να το συμβουλευθούν εις το αρχείον του Υπουργείου των Εξωτερικών (Α’ Γενική Διεύθυνσις, Γ’ Διεύθυνσις Πολιτικών Υποθέσεων). Επρόκειτο πάντως περί πιεστικού και επείγοντος αιτήματος των Αμερικανών προς το Αρχηγείον Ενόπλων Δυνάμεων δια την αναγνώρισιν εις τας ΗΠΑ δικαιωμάτων ευρυτέρας χρήσεως. Εζητείτο ακόμη, τροποποίησις της αρχικής συμφωνίας του 1953 και η χρησιμοποίησις του Αεροδρομίου Ελευσίνος υπό της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας με δικαιολογητικήν βάσιν της παλαιοτέρας αμερικανικής προτάσεως περί παροχής διευκολύνσεως ελλιμενισμού…»[6]

       Ο Ξανθόπουλος – Παλαμάς συνέστησε στον Μαρκεζίνη την απόρριψη του αιτήματος. Ως λογική βάση θα χρησιμοποιείτο το επιχείρημα ότι δεν επρόκειτο για κάποιο σχέδιο του ΝΑΤΟ, αλλά για αμερικανικό και δη με πυρηνικές επιπτώσεις.

       Στις 22 Νοεμβρίου 1973, ο Μαρκεζίνης είχε συνάντηση με τον Παπαδόπουλο, κατά την οποίαν του παρουσίασε το σημείωμα και αναφέρει τα εξής:

       «Την επομένην – 22 του μηνός – το έφερα πρώτον θέμα εις τον Πρόεδρον της Δημοκρατίαν και του ετόνισα το εθνικώς επικίνδυνον του αιτήματος, ιδία δε όταν υπεβάλλετο την ώραν εκείνην… Προς τιμήν του υπήρξε κατηγορηματικός και χωρίς δισταγμούς, συμφωνών μου απήντησε: “Βεβαίως ΟΧΙ!”»[7]

       Προσθέτει μάλιστα ο Μαρκεζίνης πως: «Η αντίδραση Παπαδόπουλου ήταν άμεση, εχρησιμοποίησε μάλιστα μία βαρύτατη έκφραση για το αμερικανικό αίτημα.»[8]

       Σε ένα άλλο έργο του, ο Μαρκεζίνης αποκαλύπτει ποια ήταν εκείνη η «βαρύτατη έκφραση»: «Επεσκέφθην τότε τον Παπαδόπουλον, ο οποίος συνεφώνησε με εμέ απολύτως, χαρακτηρίσας μάλιστα τους Αμερικανούς ως “γκάγκστερς”[9]

       Αφότου οι τόνοι ηρέμισαν, Παπαδόπουλος και Μαρκεζίνης αποφάσισαν να συγκροτηθεί μία διπλωματική άρνηση. Στο περιθώριο του φακέλλου του Υπουργείου Εξωτερικών, σημείωσαν με κόκκινο μελάνι την ακολουθητέα πολιτική, την οποίαν μεταφέρει ο Μαρκεζίνης:

       «1) Εφαρμογή της περί ελλιμενισμού συμφωνίας. Εκτέλεσις των ήδη ανειλημμένων υποχρεώσεων. Ουδέν πλέον αυτού.

       2) Οτιδήποτε έβαινε πέραν των αυστηρώς διαγεγραμμένων ορίων της ανωτέρω συμφωνίας θα έδει να αποτελέση αντικείμενον ιδιαιτέρας διαπραγματεύσεως. Δεδομένου όμως ότι επέκειντο εκλογαί, η Κυβέρνησις δεν ηδύνατο να προβή εις ουσιαστικήν διαπραγμάτευσιν, επιφυλάσσουσα την επί του θέματος κρίσιν και απόφασιν εις την δια των εκλογών αναδειχθησομένην κυβέρνησιν.

       3) Αι επί του στρατιωτικού επιπέδου συνεννοήσεις έδει να ανασταλούν, το δε όλον θέμα να παραπεμφθή εις το Υπουργείον των Εξωτερικών ως μόνον αρμόδιον.»[10]

       Η στάση του Παπαδόπουλου εξόργισε τους Αμερικανούς ιθύνοντες σε τέτοιον βαθμό, σε σημείο που ο διπλωμάτης Τζων Ντέυ, σε δείπνο ενώπιον δεκάδων πολιτικών, στρατιωτικών, διπλωματών και δημοσιογράφων, δήλωσε ευθαρσώς: «Πρέπει να αλλάξετε την Κυβέρνησι Μαρκεζίνη και να διώξετε τον Γ. Παπαδόπουλο. Εμείς οι Αμερικανοί δεν θέλουμε ούτε τον ένα, ούτε τον άλλο!»[11]

       Όπως το θέτει και ο ίδιος ο Μαρκεζίνης: «Ο Κίσσιγκερ είχε ενοχληθεί.»[12] Εξηγήσεις μας παρέχει ο Ξανθόπουλος – Παλαμάς, σε επιστολή που έστειλε αρκετά χρόνια αργότερα στον Μαρκεζίνη:

       «Το Αμερικανικόν αίτημα χρησιμοποιήσεως της αεροπορικής βάσεως Ελευσίνος δια την προσγείωσιν αεροπλάνων με πυρηνικών οπλισμόν, απετέλεσε σοβαρόν σύνδρομον δια την ανατροπήν της Κυβερνήσεως. Είναι αληθές ότι το Αμερικανικόν αίτημα εξεπορεύθη από τας ανάγκας του πολέμου εις την Μέσην Ανατολήν, ο οποίος ευρίσκετο εισέτι εν αναπτύξει. Το γεγονός αυτό εξηγεί κάπως το Αμερικανικόν διάβημα. Κατ’ ουδένα όμως κλονίζει το δίκαιον αλλά και το δικαίωμα της Ελλάδος όπως το απορρίψη.»[13]

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Γεώργιος Παπαδόπουλος & ο Πρωθυπουργός Σπυρίδων Μαρκεζίνης τον Οκτώβριο του 1973

       Λίγο καιρό νωρίτερα, τον Μάιο του 1973, συνεδρίαζε στην Ολλανδία η Λέσχη Μπίλντερμπεργκ, για πρώτη φορά μαζί με την Τριμελή Επιτροπή. Δύο ήταν οι σημαντικές αποφάσεις που ελήφθησαν:

  1. Η ανατροπή του Προέδρου των ΗΠΑ Richard Nixon και
  2. Η διχοτόμηση της Κύπρου (80% Ελλάς – 20% Τουρκία)

       Τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς, έναν μόλις μήνα αργότερα, ξεσπούσε στις ΗΠΑ το «Σκάνδαλο Watergate», που οδήγησε τον Νίξον σε παραίτηση. Η παραίτηση Νίξον ακολουθείται από την ανάδειξη του Κίσσινγκερ στα ανώτερα κλιμάκια της ιεραρχίας της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, η παντοδυναμία του οποίου επισφραγίσθηκε τον Σεπτέμβριο του ιδίου έτους, όταν αντικατέστησε τον William P. Rogers ως Υπουργός Εξωτερικών.

       Παρόλα αυτά, η στάση του Παπαδόπουλου στο Κυπριακό ήταν ξεκάθαρη, καθώς είχε δηλώσει πως: «Όσο κάθομαι εγώ σε αυτήν την καρέκλα, η Κύπρος θα παραμείνη ενιαία και αδιαίρετος!»

       Επομένως, έπρεπε να σταματήσει να κάθεται σε αυτήν την καρέκλα…

       Τον Αύγουστο του 1973, λαμβάνει χώρα στην οικία του διακεκριμένου Αμερικανού δημοσιογράφου Σάυρους Σούλτσμπεργκερ μυστική συνάντηση Κωνσταντίνου Καραμανλή και Χένρυ Κίσσινγκερ, όπου οι δύο άνδρες αποφάσισαν για το μέλλον της Κύπρου. Η συνάντηση επιβεβαιώνεται και από τον ίδιο τον Σούλτσμπεργκερ,[14] αλλά και από τον Μιχάλη Ιγνατίου,[15] καθώς και από την προσφάτως αποχαρακτηρισμένη συνομιλία του Κίσσινγκερ με τον Καραμανλή, στις 26 Ιουλίου 1974, αμέσως δηλαδή μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον τελευταίον, κατά την οποίαν ο πρώτος λέει: «…θυμάμαι με μεγάλο ενθουσιασμό το δείπνο που είχαμε την περασμένη χρονιά στο σπίτι του Σάϊρους Σουλτσμπέργκερ»

       Μεταξύ 19 και 23 Νοεμβρίου 1973, λαμβάνει χώρα ένα σκιώδες σεμινάριο στην Ρώμη, με ζητούμενο την «διερεύνησι προοπτικών επιλύσεως του Κυπριακού Προβλήματος». Το σεμινάριο διοργανώθηκε από τον ίδιο τον Κίσσινγκερ και ήταν εμπνεύσεως του επίσης σκιώδους «Κέντρου Μεσογειακών Σπουδών», που επρόκειτο για έναν οργανισμό/φερέφωνο του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ και ήταν σαφώς κατευθυνόμενο από την CIA.[16] Εκεί, απεφασίσθη πως η Κύπρος θα διχοτομείτο και πως, σε ενδεχόμενο τουρκικής εισβολής, οι ΗΠΑ θα παρέμεναν ουδέτερες. Στο σεμινάριο συμμετείχε και ο Ευάγγελος Αβέρωφ, που, στις 22 Νοεμβρίου, συναντούσε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στο Παρίσι, για να τον ενημερώσει επί των αποφάσεων.[17]

       Μόλις 3 ημέρες αργότερα, ο Καραμανλής πρότεινε στον Νικόλαο Μακαρέζο ένα συγκεκριμένο άτομο ως τον μόνο «ικανό» αντικαταστάτη του Παπαδόπουλου: τον Δημήτριο Ιωαννίδη. Ο Καραμανλής μίλησε για: «Παράγοντας δυναμένους να επηρεάσουν τα πράγματα σήμερον και να απομακρύνουν τον «ανομολόγητον» Παπαδόπουλον ευρίσκει (κατά σειράν σπουδαιότητος) τους κ.κ. Ιωαννίδην, Αρχηγούς – Υπαρχηγούς Επιτελείων, Λαδάν και Αγγελήν.»

       Σε αυτό το σημείο, καλό θα ήταν να υπενθυμίσουμε τα (επαναλαμβάνουμε, ανοιχτά σε δημόσια δεξίωση) λόγια του Αμερικανού διπλωμάτου Τζων Ντέυ: «Πρέπει να αλλάξετε την Κυβέρνηση Μαρκεζίνη και να διώξετε τον Γ. Παπαδόπουλο. Εμείς οι Αμερικανοί δεν θέλουμε ούτε τον ένα, ούτε τον άλλο!»

 Η προσχεδιασμένη αφορμή

       Από τις εκλογές τις οποίες οργάνωνε ο Παπαδόπουλος (και για αυτό είχε παραδώσει και την αρχή σε πολιτική κυβέρνηση, υπό τον Σπύρο Μαρκεζίνη), οι περισσότεροι και πιο επιφανείς (συστημικοί) προ του 1967 πολιτικοί, είχαν αποκλείσει τους εαυτούς τους, γνωρίζοντας ότι δεν υπήρχε ενδεχόμενο επικράτησής τους στον υγιή πολιτικό βίο που ετοίμαζε ο Παπαδόπουλος.[18] Συνεπώς, είχαν αποφασίσει να ακολουθήσουν τον δρόμο της υποδαύλισης «φοιτητικών» κινήσεων και πεζοδρομιακών ενεργειών. Πρόδρομος των γεγονότων του Πολυτεχνείου, υπήρξαν τα γεγονότα της Νομικής, τον Φεβρουάριο του ιδίου έτους. Πέραν αυτού, πολιτικοί όπως ο Κανελλόπουλος, ο Μαύρος και ο Ζίγδης είχαν αναμιχθεί και στο Κίνημα του Ναυτικού, τον Μάιο του ιδίου έτους.

       Σπίθα υπήρξε το αίτημα για διεξαγωγή νέων φοιτητικών εκλογών. Την 1η Νοεμβρίου 1973, η Κυβέρνηση Μαρκεζίνη συνεκάλεσε Υπουργικό Συμβούλιο, στο οποίο αποφασίστηκε η λήξη δύο μέτρων:

  • Φοιτητικές εκλογές μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου 1974. Προβλεπόταν, επίσης, η συγκρότηση επιτροπών από αριστούχους φοιτητές, οι οποίες θα αναλάμβαναν την προετοιμασία των αρχαιρεσιών.
  • Αναβολή στράτευσης για τους 114 φοιτητές που είχε αποφασιστεί η στράτευσή τους λόγω των συλλήψεών τους.

       Οι υποκινούμενοι φοιτητές δεν ικανοποιήθηκαν από αυτά τα μέτρα και, αντ’ αυτών, προέβαλαν παράλογα αιτήματα που σίγουρα (και όπως και οι ίδιοι ήθελαν) δεν θα γίνονταν δεκτά, όπως η κατάργηση της καθαρεύουσας και του σπουδαστικού τμήματος της Γενικής Ασφαλείας, η διεξαγωγή των φοιτητικών εκλογών όχι τον Φεβρουάριο του 1974, αλλά τον Δεκέμβριο του 1973 και η μείωση της στρατιωτικής θητείας στους 12 μήνες. Ουδέν σχόλιον.

ΑΥΡΙΟ ΤΟ Β' ΜΕΡΟΣ....

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: 

[1] Λόγος 22ας Αυγούστου 1968.

[2] Λόγος 1ης Αυγούστου 1973.

[3] Μήνυμα 15ης Αυγούστου 1975.

[4] Στο αρχείο του συντάκτη, κατόπιν παραχωρήσεως του Μάνου Χατζηδάκη.

[5] Εφημερίδα «Καθημερινή», φ. 13/2/2011.

[6] «Αναμνήσεις 1972-1974», σελ. 463.

[7] «Αναμνήσεις 1972-1974», σελ. 466.

[8] «Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος», Τόμος Γ’, σελ. 210.

[9] «Τα Εις Εαυτόν», σελ. 110.

[10] «Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος», Τόμος Γ’, σελ. 211.

[11] Το ότι η στάση του Παπαδόπουλου εξόργισε τους Αμερικανούς το παραδέχεται μέχρι και ο τέως Βασιλεύς Κωνσταντίνος (βλ. «Βασιλεύς Κωνσταντίνος, χωρίς τίτλο», Τόμος Γ’, σελ. 113).

[12] Δήλωση, 7/12/1975.

[13] Σπύρου Μαρκεζίνη «Αναμνήσεις 1972-1974», σελ. 460.

[14] Γαλλικό περιοδικό “Express”, 6/11/1981.

[15] «Τα μυστικά αρχεία του Κίσσιγκερ».

[16] Βλ. «Τα μυστικά αρχεία του Κίσσιγκερ».

[17] Βλ. «Τα μυστικά αρχεία του Κίσσιγκερ».

[18] Βλ. Μάνου Χατζηδάκη «Η Ιδεολογία του Γεωργίου Παπαδοπούλου και Πλήρης Ανάλυσις του Συντάγματος 1968/73».